Θέλω να κλείσω τα μάτια, είχα πει, για να μη βλέπω πια. Και έτσι, με κλειστά τα μάτια, κουλουριάστηκα σαν έμβρυο στην κοιλιά της Mάνας, στην κοιλιά του Σύμπαντος. Θέλω να ταξιδέψω, είπα. Πέρα απ’ το εγώ, στην αγκαλιά του Κόσμου. Μα είναι μόνο μια ανάσα μακριά, ήρθες και μου ψιθύρισες στο αυτί... Μπορώ να σε οδηγήσω εγώ, αν θες, στο πρώτο σου ταξίδι... Μπορείς να γίνεις ό,τι θες... Είσαι ο αλχημιστής της ψυχής σου... Εσύ ορίζεις...
Αφουγκράσου τον Άνεμο... Νιώσε την ταχύτητα, την ορμή, την ελευθερία... Προσευχήσου στον Άνεμο... Ζήτησέ του ταπεινά να γίνεις ένα μαζί του... Ταξίδεψε στις πέντε ηπείρους, πάνω από ασημένιες θάλασσες, επιβλητικά βουνά και απέραντες πεδιάδες, ολόλευκους παγετώνες και χρυσαφένιες ερήμους... Στροβιλίσου σα δερβίσης γύρω απ’ τον εαυτό σου σε μέθη ιερή και παρέσυρε σε τρελό χορό την άνοιξη, το καλοκαίρι, το φθινόπωρο και το χειμώνα... τα πράσινα, κίτρινα και κόκκινα φύλλα των δέντρων, τις ολόλευκες νιφάδες του χιονιού και τους χρυσαφένιους κόκκους της άμμου... Άσε τα σύννεφα, τα πουλιά και τις πεταλούδες να παιχνιδίσουν πάνω στα μαλλιά σου... Τύλιξε στην αγκαλιά σου απόκρημνες κορυφές βουνών και οροσειρών... Όρμηξε με το λυκόφως άφοβα μέσα στα βάθη των πιο απόκρημνων γκρεμών... Βυθίσου στο σκοταδι της νύχτας, στην άβυσσο την ίδια, και αναδύσου με το λυκαυγές μέσα απ’ τις χαράδρες στο άπλετο φως του ήλιου... Τρέξε ανάμεσα στις σταγόνες της βροχής και καταβυθίσου στην αγκαλιά των Ωκεανών...
Ζήτα απ’ το απέραντο γαλάζιο να σε δεχτεί στα βάθη του... Προχώρα μέσα του σιγά σιγά και γίνε ένα μαζί του... Νιώσε τη γαλήνη, την ήρεμη δύναμη του υγρού στοιχείου... Χάιδεψε με το άγγιγμά σου όλα τα πλάσματα του βυθού, σ’όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη... Χόρεψε με τις ανεμώνες και τις μέδουσες, τους αστερίες και τους ιππόκαμπους, τα αγγελόψαρα και τα δελφίνια, τις φάλαινες και τους πιγκουίνους... Ύψωσε τα κύματά σου ως τον ουρανό και ρίξε τα πάλι πίσω στη Γη... Ταξίδεψε από τους πάγους των πόλων και τις μυστικές δροσερές πηγές των βουνών ως τα γλυκά νερά των ποταμών, και χάραξε τους δρόμους σου πάνω στη Γη... Είσαι ένας ορμητικός καταρράκτης που παρασύρει τα πάντα στο διάβα του... Και τώρα είσαι γαλήνια λίμνη με νούφαρα και λωτούς.... Ξεκουράσου στην αγκαλιά της Γης...
Χαιρέτησε τη Γη και ζήτα της να σε δεχθεί μέσα της... Να νιώσεις τη δύναμή της... τη δύναμη που θρέφει όλα τα ζωντανά πλάσματα επάνω της, ανθρώπους, ζώα και φυτά... τη δύναμη του βράχου, του βουνού και της ερήμου... Πήγαινε να ζήσεις το ταξίδι του σπόρου από το χώμα καθώς μεγαλώνει σε λουλούδι, σε φυτό, σε δέντρο... Γίνε η φωλιά των πουλιών... Νιώσε τα φύλλα σου, πώς γεννιούνται και πεθαίνουν, χορεύοντας στον άνεμο... Πώς ο χρόνος διαγράφει τους κύκλους του στον κορμό σου... Πώς οι ρίζες σου απλώνονται ως τα έγκατα της Γης... Γίνε ο παλμός κι η δόνηση της Γης που σείεται... Φθάσε ως τον πυρήνα και αναδύσου εκρηκτικά μαζί με τη λάβα μέσα από τα ηφαίστειά της...
Και τώρα προσευχήσου στη Φωτιά... Να σε τυλίξει με το φως και τη θέρμη της... Να σε λικνίσει στις φλόγες της ψηλά, πολύ ψηλά... Και έτσι όπως εκτοξεύεσαι στους ουρανούς, εκεί συναντάς το φως του ήλιου και γίνεσαι ένα μαζί του... Και τώρα που είσαι λευκό, εκτυφλωτικό φως, ξέρεις πως εδώ είναι το σπίτι σου... Εδώ ανήκεις... και κανείς δεν μπορεί να στο πάρει αυτό... Είναι δικό σου και παραμένει δικό σου με τη δική σου αποδοχή. Γιατί το μόνο που έχεις να κάνεις είναι αυτό: να το δεχτείς και να το δεχτείς, ξανά και ξανά, βαθιά, όλο και πιο βαθιά...